Κιργιστάν

Φωτογραφίες

Κιργιστάν


🇰🇬

Το Κιργιστάν είναι μια μικρή ορεινή χώρα στην Κεντρική Ασία, περίκλειστη και άγνωστη στο ευρύ κοινό, με παρελθόν σοβιετικής κυριαρχίας και παρόν γεωπολιτικής αστάθειας. Συνορεύει με Κίνα, Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν και Τατζικιστάν, χωρίς πρόσβαση σε θάλασσα, αλλά με ιδιαίτερη φυσική ομορφιά: βουνά που καταλαμβάνουν πάνω από το 90% της επικράτειας, υψίπεδα, λίμνες και κοιλάδες. Παρ’ όλα αυτά, παραμένει μια από τις φτωχότερες χώρες του πρώην σοβιετικού μπλοκ, με υψηλή ανεργία και σημαντική εξάρτηση από εμβάσματα μεταναστών. 

To όνομα της χώρας προέρχεται από την τουρκική λέξη Kyrgyz (σαράντα) και Stan (γη), η γη των σαράντα φυλών, όπως αναφέρεται στο έπος της μυθολογίας του Manas, εθνικού ήρωα του Κιργιστάν.

Πολιτικά, είναι ταραγμένο, με εξεγέρσεις, ανατροπές κυβερνήσεων και εντάσεις με τους γείτονες. Στην εξωτερική του πολιτική ισορροπεί ανάμεσα στην επιρροή της Ρωσίας, της Κίνας και της Τουρκίας.

Στην καρδιά της Κεντρικής Ασίας, το Κιργιστάν υπήρξε για αιώνες πέρασμα νομαδικών φυλών. Μετά τις κατακτήσεις του Τζένγκις Χαν (13ος – 15ος αιώνας), η περιοχή του Κιργιστάν εντάχθηκε στη Μογγολική Αυτοκρατορία και ειδικά στο Χανάτο του Τσαγκατάι (Chagatai Khanate), το οποίο κάλυπτε μεγάλο μέρος της Κεντρικής Ασίας. Η διάλυση του μογγολικού κράτους οδήγησε στη δημιουργία μικρότερων τοπικών χανάτων (βασίλεια νομαδικών λαών της Ασίας). Το 19ο αιώνα η Ρωσική Αυτοκρατορία άρχισε να επεκτείνεται στην Κεντρική Ασία και το 1876 οι Κιργίζιοι ενσωματώθηκαν σταδιακά στη ρωσική διοίκηση. Το 1991, γεννήθηκε ξανά ως ανεξάρτητο κράτος, κουβαλώντας μια ταυτότητα βαθιά αλλά χωρίς έντονη διαθνή παρουσία. Σήμερα, είναι μια από τις πιο αυθεντικές γωνιές της κεντρικής Ασίας.

Η Επανάσταση της Τουλίπας to 2005, οδήγησε στην πτώση του τότε προέδρου Ασκάρ Ακάγιεφ, από την εξουσία. Οι επαναστάτες κατήγγειλαν διαφθορά και αυταρχισμό από τον Ακάγιεφ, την οικογένειά του και τους υποστηρικτές του.

Στο Κιργιστάν, όπως και σε άλλες χώρες της Κεντρικής Ασίας, το χαρακτηριστικό κατάλυμα των νομάδων είναι η γιούρτα. Πρόκειται για ένα μεγάλο, φορητό, κυκλικό αντίσκοινο, φτιαγμένο από ξύλινο σκελετό και επένδυση από μαλλί προβάτου που παρέχει μόνωση από το ψύχος και τη ζέστη. Πλέον χρησιμοποιείται πλαστικός μουσαμάς για την επένδυση. Το πάνω άνοιγμα της γιούρτας με τον κεντρικό δακτύλιο, αποτελεί σύμβολο και απεικονίζεται στη σημαία του Κιργιστάν.


Άνθρωποι

Οι Κιργίζιοι είναι νομαδικός λαός στην ψυχή, ακόμα κι αν ζουν πια σε πόλεις και πολυκατοικίες. Με καταγωγή τουρκομογγολική, ασιατικά χαρακτηριστικά και γλώσσα που μοιάζει με τα τουρκικά, οι περισσότεροι διατηρούν ισχυρούς δεσμούς με την παράδοση και η κοινονική ζωή τους χαρακτηρίζεται από ισχυρούς οικογενειακούς και φιλικούς δεσμούς και μια αγάπη για τα άλογα και τις γιούρτες. Η πλειονότητα είναι μουσουλμάνοι, αλλά με ένα ήπιο, λαϊκό Ισλάμ, μακριά από φανατισμούς. Στα χωριά θα σε κεράσουν ψωμί, βούτυρο, γλυκό βύσσινο και βέβαια kumis, ξινόγαλα αλόγου το οπόιο είναι εθνικό ποτό της χώρας. Στις πόλεις, βλέπεις μια νεολαία μοιρασμένη ανάμεσα στον εκσυχρονισμό και την τεχνολογία, αλλά και τις σοβιετικές συνήθειες. Είναι λαός φτωχός, αλλά υπερήφανος, αξιοπρεπής, ευγενής και πολύ φιλόξενος.


Τόποι

Το Κιργιστάν, παρότι σχετικά μικρό σε έκταση, εμπεριέχει ποικιλία τοπίων: πόλεις με σοβιετικό παρελθόν, χιονισμένα βουνά, απομονωμένες λίμνες, καταρράκτες και χωριά νομάδων που θυμίζουν άλλη εποχή.

Η αφετηρία για τους περισσότερους επισκέπτες είναι η πρωτεύουσα Bishkek, μια χαλαρή, αρκετά πράσινη πόλη με ίχνη της σοβιετικής περιόδου σε κάθε της γωνιά. Από μεγάλες πλατείες με αγάλματα του Λένιν, το επιβλητικό Κοινοβούλιο και τα ήσυχα πάρκα, μέχρι την πολυκοσμία του Osh Bazaar όπου ντόπιοι πωλούν κάθε λογής πραμάτεια.

Πολύ κοντά στην πρωτεύουσα βρίσκεται το εθνικό πάρκο Ala Archa, ένα καταφύγιο φύσης με φαράγγια και πεζοπορικές διαδρομές σε αλπικό σκηνικό. 

Στα ανατολικά του Μπισκέκ, στέκει ο πύργος Burana του 11ου αιώνα, απομεινάρι του παλιού εμπορικού δρόμου του Μεταξιού. Στην ίδια διαδρομή, φτάνεις στην πελώρια και αινιγματική λίμνη Issyk Kul, μια αλμυρή αλπική θάλασσα, βαθιά και θερμή που δεν παγώνει ποτέ. 

Στο ανατολικότερο άκρο της λίμνης, η πόλη Karakol συνδυάζει ρωσικό αποικιακό παρελθόν, μουσουλμανικές κοινότητες και πεζοπορικό τουρισμό. Εδώ βρίσκεται και το σημείο εκκίνησης για τις κορυφαίες πεζοπορικές διαδρομές της χώρας: στο Altyn Arashan, μια αλπική κοιλάδα με θερμές πηγές, ή στο Jeti-Ögüz, ένα μέρος φωτογενές, με κόκκινους βράχους.

Νοτιότερα, στο σχετικά απροσπέλαστο υψίπεδο του Song Kul το τοπίο γίνεται ακόμα πιο συναρπαστικό, μια ήρεμη λίμνη στα 3.000 μέτρα, χωρίς δέντρα, χωρίς κτίρια, μόνο άλογα και γιούρτες. Είναι ίσως το πιο αυθεντικό κομμάτι του Κιργιστάν, εκεί που ακόμα ζουν νομάδες με τον παραδοσιακό τρόπο.

Από την άλλη πλευρά της χώρας, στα νότια, ξεπροβάλλει η αρχαιότερη πόλη του Κιργιστάν, το Osh. Χτισμένη στους πρόποδες του ιερού λόφου Sulaiman-Too, ο οποίος από τα προϊσλαμικά χρόνια θεωρείται σημείο πνευματικής δύναμης, η πόλη αυτή υπήρξε σταθμός στον Δρόμο του Μεταξιού και κέντρο πολιτισμών. Η σύγχρονη αγορά της εξακολουθεί να χτυπά ρυθμούς Κεντρικής Ασίας, με ανθρώπους απ’ όλες τις φυλές και θρησκείες.

Αν κοιτάξει κανείς ακόμη πιο μακριά, στα νοτιοανατολικά σύνορα, το τοπίο αγριεύει και μαζί του η αίσθηση της απομόνωσης. Το πέτρινο Tash Rabat, ένα μοναχικό καραβανσεράι του 15ου αιώνα, φυλάει σιωπηλά ένα ορεινό πέρασμα που οδηγεί προς την Κίνα. Από εδώ θα συναντήσεις χιονισμένες κορυφές και μονοπάτια που χάνονται στον χρόνο.



Γιούρτες, άλογα και ουρανός…

Ιούλιος 2024

Το Κιργιστάν δεν ήταν ποτέ ψηλά στη λίστα των ταξιδιωτικών προορισμών μου, ούτε είχα μεγάλες προσδοκίες. Η επίσκεψή μου στη χώρα, δε θα αλλάξει ούτε την προτίμησή μου, ούτε την κατάταξη αυτή. Πολλοί ταξιδιώτες μένουν ενθουσιασμένοι με αυτό τον τόπο, όμως κάθε ταξιδιώτης έχει διαφορετικό γούστο, εμπειρίες και λόγους για τους οποίους ταξιδεύει. 

Το Κιργιστάν κατά κοινή ομολογία είναι ένας φυσιολατρικός προορισμός. Προσπαθώ να αποφεύγω να κάνω συγκρίσεις, όμως τα βουνά του Κιργιστάν δε θα με ενθουσιάσουν τόσο, όσο για παράδειγμα τα επιβλητικά Ιμαλάια ή το Καράκοραμ. Οι “εντυπωσιακές” λίμνες του, θεωρώ δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο για έναν Ευρωπαίο. Όσο για τα αμέτρητα άλογα που συναντάς… προσωπικά τα λατρεύω, όμως εντυπωσιάζομαι περισσότερο από καμηλοπαρδάλεις, ελέφαντες και άλλα ζώα ασυνήθιστα στο δυτικό κόσμο, ζώα ανυπότακτα και απειλούμενα. 

Στο Κιργιστάν προσωπικά δε θα συναντήσω σημεία ενδιαφέροντος που να με συναρπάσουν όπως σε άλλες χώρες “-σταν” της Κεντρικής Ασίας, όπως το Ουζμπεκιστάν με τα εκπληκτικά μνημεία του και την ιστορικότητα του, το απομονωμένο και αυθεντικό Αφγανιστάν και βέβαια το μαγευτικό Πακιστάν. 

Η περιήγησή μου στο Κιργιστάν δε θα συμπεριλάβει πολυήμερες πεζοπορίες σε απομακρυσμένα αχανή βουνά με σκοπό ανακαλύψω μερικές ακόμα αλπικές λίμνες. Το ταξίδι αυτό θα είναι ένα solo road trip στο οποίο θα οδηγήσω πολύ, σε άγνωστους και σε κάποιες περιπτώσεις δύσκολους δρόμους, με άναρχη οδική συμπεριφορά από τους ντόπιους και κυρίως χωρίς παρέα για να με ξεκουράζει αναλαμβάνοντας χρέη οδηγού, ή απλά συνοδηγός. Παρά τα 2500+ χιλιόμετρα που θα διανύσω σε λίγες μέρες, κυρίως σε χωμάτινες διαδρομές, δε θα συναντήσω τοπία που να με εντυπωσιάζουν αρκετά, ίσως γιατι έχω δει πολλά άλλα. Θετικό στοιχείο στον τόπο αυτόν, όπως και σε κάθε σχεδόν τόπο που δεν ακολουθεί τα πρότυπα της δυτκής κοινωνίας, θα είναι οι άνθρωποι, που αν και είναι γενικά κλειστοί σαν λαός, πολλες φορές θα αποδειχτούν πολύ φιλόξενοι και δοτικοί. 

Από τα μέρη που θα επισκευθώ, μια ευχάριστη έκπληξη θα είναι η πρωτεύουσα Bishkek. Η πρωτεύουσα αυτή με την εμφανή κληρονομιά του Σοβιετικού παρελθόντος της, θα υπερβεί τις προσδοκιές μου. Ενώ δεν έχει αξιοσημείωτα σημεία ενδιαφέροντος, είναι μια πολύ ζωντανή πόλη, ευχάριστη στην περιήγηση, με έντονα αρχιτεκτονικά στοιχεία της σοβιετικής εποχής που προσδίδουν μουσειακή αξία και που αναμειγνύονται αρμονικά με το σύγχρονο ρυθμό ζωής.


To λεωφορείο με αφετηρία το Αλμάτι του Καζακστάν, μετά από 3 1/2 ώρες φτάνει στα σύνορα με το Κιργιστάν. Η διαδικασία είναι σχετικά σύντομη, το λεωφορείο περνά τη διαδικασία ξεχωριστά από τους επιβάτες, οι οποίοι κατευθυνόμαστε με τις αποσκευές μας στον τελωνειακό έλεγχο του Καζακστάν. Μετά τη σφραγίδα εξόδου, συνεχίζω σε έναν στεγασμένο εξωτερικό διάδρομο, για να βρεθώ στο έδαφος του Κιργιστάν και να ολοκήρώσω τη διαδικασία εισόδου. Όπως για το Καζακστάν, έτσι και για το Κιργιστάν δεν απαιτείται θεώρηση (visa) για Ευρωπαίους πολίτες. Στο διαβατήριο μου απομένει ελάχιστος ελεύθερος χώρος για σφραγίδες και ως συνήθως προσπαθώ να υποδείξω στον αξιωματικό το σημείο που επιθυμώ να μου στριμώξει τη σφραγίδα. Δυστυχώς το αίτημα μου δε γίνεται δεκτό και η σφραγίδα σημαδεύει ένα πολύτιμο, σχετικά κενό τμήμα μιας σελίδας. Ενώ η αναμονή για τις διαδικασίες κράτησε λιγότερο από μία ώρα, το λεωφορείο είναι εγκλωβισμένο στην ουρά με τα άλλα οχήματα και καθυστερεί πολύ. Στον κενό αυτό χρόνο βρίσκω ευκαιρία να ανταλλάξω συνάλλαγμα και να πιω κάτι για να κατευνάζω τη ζέστη του Ιουλίου. Έχουν περάσει πάνω από 2 ώρες και η υπομονή μου έχει εξαντληθεί. Αν το ήξερα, θα μπορούσα όλη αυτή την ώρα να αναζητήσω κάποιο άλλο μέσο. Μάλστα ανακαλύπτω ότι αν καλέσω ταξί μέσω εφαρμογής, το κόστος μέχρι το κοντινό Μπίσκεκ δεν ξεπερνάει κατά πολύ τα €6! Τη στιγμή που ετοιμάζομαι να το καλέσω όμως, εμφανίζεται πάλι το λεωφορείο…


Bishkek

Η πόλη είναι σχετικά μικρή και ο ξενώνας της διαμονής μου βρίσκεται στη δυτική πλευρά της πόλης, σε μικρή απόσταση από το κέντρο που μπορεί να καλυφθεί με τα πόδια ή με ταξί σύντομης διαδρομής. Ο κυριότερος λόγος που το επέλεξα όμως είναι το ότι βρίσκεται δίπλα στην περίφημη αγορά Osh Bazaar. Θα το προλάβω για ανοιχτό για μια σύντομη περιήγηση την πρώτη αυτή μέρα, όμως θα το επισκεφθώ αρκετές φορές ακόμα τις επόμενες μέρες.

Το Μπισκέκ δεν είναι πόλη φαντασμαγορική, δεν σε εντυπωσιάζει με ουρανοξύστες ή χρυσά παλάτια. Σε καλωσορίζει όμως με έναν ρυθμό ήρεμο, αβίαστο, ανάμεσα σε σοβιετικά κτίρια, ήσυχα πάρκα και πολύχρωμες αγορές.

Ξεκινάω μια διερευνητική βόλτα πριν πέσει το φως, στα φαρδιά πεζοδρόμια του κέντρου που είναι γεμάτα ζωή. Φυσικά θα εξερευνήσω την πόλη αρκετά ακόμα στη συνέχεια. 

Η Πλατεία Ala-Too αποτελεί το “κέντρο του κέντρου”, μια ευρεία έκταση, με τις κόκκινες σημαίες του Κιργιστάν να κυματίζουν περήφανα, κι ένα άγαλμα του εθνικού ήρωα Manas να δεσπόζει. Πίσω του στέκεται το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο του Κιργιστάν, ένα επιβλητικό κτίσμα σε αυστηρή αρχιτεκτονική γραμμή σοβιετικού μεγαλοϊδεατισμού. 

Η πλατεία χτίστηκε το 1984 για να γιορτάσει την 60ή επέτειο της Κιργιζικής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, οπότε και ένα τεράστιο άγαλμα του Λένιν τοποθετήθηκε στο κέντρο της πλατείας. Μετά την ανεξαρτησία του από την ΕΣΣΔ το άγαλμα του Λένιν μεταφέρθηκε σε μια μικρότερη πλατεία λίγο πιο πίσω.

Όσο για τον ήρωα Manas που πήρε την ένδοξη θέση καταμεσίς της πλατείας… δεν πρόκειται για υπαρκτό πρόσωπο!

Το Έπος του Μάνας είναι ένα μακροσκελές επικό ποίημα του Κιργιζικού λαού που χρονολογείται στον 19ο αιώνα και περιέχει ιστορικά γεγονότα από τον 8ο αιώνα, καθώς και την αλληλεπίδραση του Κιργιζικού λαού με άλλα τουρκικά, μογγολικά και κινεζικά φύλα.

Κάθε τετράγωνο έχει και ένα μικρό πάρκο, κατάφυτο με λεύκες και άλλα δέντρα, όπου συχνάζουν ηλικιωμένοι που παίζουν σκάκι, παιδάκια με ποδήλατα, ζευγαράκια, και όλαμ αυτά δημιουργούν μια αίσθηση γειτονιάς, ακόμα και στο κέντρο. Tο Oak Park είναι ένα μικρό άλσος που φιλοξενεί μια υπαίθρια γκαλερί γλυπτών.

Το βράδυ περπατώ κατά μήκος της Chuy Avenue, παρατηρώντας την πόλη να φωτίζεται γοητευτικά. Ούτε πολύβουη ούτε άδεια, αλλά φιλική και ανθρώπινη. Στα καφέ σερβίρουν kumis (қымыз) ξινόγαλο αλόγου που έχει πολύ έντονη γεύση και λένε ότι λόγω ζύμωσης αποκτά και 2,5% αλκοόλ. Προς το παρόν θα προτιμήσω να πιω 1-2 κοκτέιλ σε ένα μπαρ. Γενικά οι τιμές στη χώρα είναι χαμηλές.

Osh Bazaar

Το πρώτο πράγμα που κάνω την επόμενη μέρα νωρίς το πρωί είναι να επισκεφτώ πάλι την αγορά Osh Bazaar

Η αγορά Osh Bazaar είναι χαοτική, πολύχρωμη, αυθεντική, είναι η καρδιά του Μπισκέκ. Μπαχάρια, αποξηραμένα φρούτα και λαχανικά, κεραμικά, ρούχα… Πρόσωπα πολλά, καμμένα από τον ήλιο, με βαθιές ρυτίδες και ροδαλά μάγουλα, με τα χαρακτηριστικά ασιατικά μάτια που στενεύουν όταν χαμογελούν, μάτια της Ανατολής με βλέμμα ειλικρινές. Όλοι, αν τους απευθυνθείς, σου ανταποδίδουν το χαμόγελο 

Οι φιγούρες των ντόπιων, κουβαλούν μαζί τους έναν ολόκληρο πολιτισμό. Οι άντρες με παραδοσιακά καλπάκ, τα ψηλά λευκά τσόχινα καπέλα με μαύρα κεντήματα, οι γυναίκες με μαντήλες δεμένες στο πλάι και μακριές φούστες σε έντονα χρώματα, αλληλεπιδρούν με καθημερινή κομψότητα. Πολλοί φορούν σακάκια πάνω από παραδοσιακά ρούχα, συνδυάζοντας σοβιετική πρακτικότητα με νομαδική παράδοση.

Σε έναν πάγκο πωλούν ταμπάκο σε σκόνη. Το έχω συναντήσει ξανά αυτο το προϊόν σε διάφορα μέρη. Ο πωλητής κάνει μια χειρονομία, μια περιστροφική κίνητη του δείκτη γύρω από τον κρόταφό του, καταδεικνύοντας τη ζάλη που προκαλεί. Του ζητάω να δοκιμάσω κι εκείνος με κερνά. Ο καπνός καίει βίαια τα ρουθούνια, η ζάλη είναι εγγυημένη.

Η επόμενη μου στάση θα είναι για την παραλαβή του αυτοκινήτου μου, ώστε να ξεκινήσω το road trip.

Προηγουμένως όμως πηγαίνω σε ένα γραφείο που κάνουν επίσημες μεταφράσεις, για να μου εκδώσουν ένα έγγραφο που αναγράφει τα στοιχεία της άδειας οδήγησης μου στο κυριλλικό αλφάβητο. Το κόστος είναι €4, και με αυτόν τον τρόπο, απέφυγα την έκδοση Διεθνούς Άδειας οδήγησης, την οποία ο χρεωκοπημένος φορέας της χώρας μας τη υπερχρεώνει €70 για μονοετή διάρκεια!

Το όχημα είναι ένα παλιό αλλά ικανό Lexus. Είναι πολύ μεγάλο για έναν μοναδικό οδηγό και επιβάτη, αλλά επέλεξα όχημα με δυνατότητες 4Χ4 που τελικά θα κριθούν απαραίτητες σε κάθε σημείο. Εκτός από το κόστος ενοικίασης που είναι λογικό, απαιτείται από όλες τις εταιρείες ενοικίασης και ένα πόσο ως εγγύηση για ζημιές και πρόστιμα παραβάσεων. Το ποσό επιστρέφεται τμηματικά μετά από κάποιο διάστημα, όταν βεβαιβωθεί ότι δε συντρέχει ούτε ή πρώτη, ούτε η δεύτερη περίπτωση. To κόστος της βενζίνης στη χώρα κυμαίνεται περί τα €0.70 ανά λίτρο. 

Αφού προσαρμοστώ κάπως με τις συνθήκες και τον τρόπο οδήγησης των ντόπιων, βγαίνω από την πόλη εξερευνώντας την επαρχία του Κιργιστάν.

Burana tower

Δυο ώρες μακριά από το Μπισκέκ, ακολουθώντας έναν επαρχιακό δρόμο ανάμεσα σε χωράφια, φτάνεις σε έναν αρχαιολογικό χώρο μικρής κλίμακας. Ο πύργος Burana είναι το μοναδικό απομεινάρι μιας αρχαίας πόλης που κάποτε ήταν στάση στο Δρόμο του Μεταξιού.

Ο “πύργος” είναι ουσιαστικά ένας μιναρές του 11ου αιώνα. Δεν είναι εντυπωσιακός σε μέγεθος αλλά περισσότερο ως παρουσία. Μπορείς να ανέβεις τα στενά, σκοτεινά σκαλιά του και στην κορυφή να απολαύσεις τη θέα στον ορίζοντα.

Γύρω από τον πύργο υπάρχουν ταφικά μνημεία Τουρκομογγολικών λαών.

Συνεχίζω ανατολικά και σταματάω κάπου για να ξεκουραστώ, ρίχνοντας έναν σύντομο ύπνο στο αμάξι. Ανακαλύπτω ότι το σημείο που σταμάτησα είναι ένα μικρό υπαίθριο εστιατόριο και τελικά αποφασίζω να φάω κάτι και να πιω καφέ. Δεν πίνω ποτέ καφέ αλλά αυτή τη στιγμή τον χρειάζομαι, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να διώξω τη νύστα της μοναχικής οδήγησης. Ο χώρος εστίασης αποτελείται από μικρές υπερυψωμένες εξέδρες με κουρτίνα στα πλαϊνά, με στρωμένο χαλί, όπου αφού βγάλεις τα παπούτσια σου κάθεσαι στο πάτωμα και τρως σε χαμηλό τραπεζάκι.

Δε μπορώ να μεταφράσω ιδιαίτερα το μενού, παραγγέλνω ό,τι έχει και απολαμβάνω ένα Laghman, εθνικό πιάτο που τελικά είναι ζυμαρικά με λαχανικά και κρέας.


 Issyk Kul

Οδηγώντας προς τη νότια πλευρά της λίμνης Issyk Kul, κατάλαβα αμέσως πως αυτό το κομμάτι του ταξιδιού είναι αρκετά αυθεντικό. Παρ’ όλο που αποτελεί κύρια διαδρομή στη χώρα, ο δρόμος σε πολλά σημεία δεν είναι ασφαλτοστρωμένος. Η διαδρομή δεν παρουσιάζει κάτι ιδιαίτερα εντυπωσιακό τοπίο, αλλά δεν παύει να έχει τη μοναδικότητα της.

Ο δρόμος περνά από χωριά και κωμοπώλεις, λιβάδια με άλογα, η λίμνη απλώνεται στα αριστερά μου σαν καθρέφτης, ενώ τα βουνά Terskey Alatau υψώνονται στα δεξιά. Issyk Kul σημαίνει “ζεστή λίμνη”, αλλά δε δελεάστηκα να κολυμπήσω.

Το βράδυ με βρίσκει στο Bokonbayevo, ένα ήσυχο χωριουδάκι όπου αναζητώ διανυκτέρευση. Βρίσκω έναν μικρό ξενώνα δίπλα από μια αίθουσα γάμων και οδηγώ στην πόλη που είναι έρημη το βράδυ, αναζητώντας κάπου να φάω. Tελικά βρίσκω ένα μικρό cafe-εστιατόριο.

Συνεχίζοντας τον κεντρικό δρόμο στρίβω σε έναν χωματόδρομο που οδηγεί προς τη λίμνη. Βλέπω γιούρτες διάσπαρτες στην όχθη, παιδιά με φουσκωτά σωσίβια κάθε σχήματος και χρώματος, κόσμος που δροσίζεται στη λίμνη. Το Beltam Yurt Camp είναι ένα καλοκαιρινό παραθεριστικό σημείο για τους ντόπιους που έρχονται για να ξεφύγουν απ’ την πόλη. Μεγάλες οικογένειες μένουν σε γιούρτες, κάνουν πικνίκ δίπλα στη λίμνη, κολυμπούν, ψαρεύουν, κάνουν ιππασία, μαγειρεύουν σε barbeque. Η παραλία είναι απογοητευτική σε σχέση με μια θάλασσα του Αιγαίου, αλλά για τους Κιργίζιους είναι η μόνη διέξοδος προς το υδάτινο στοιχείο.

Manzhyly-Ata, η κοιλάδα των ιερών πηγών

Λίγο πιο κάτω στον δρόμο, στρίβω δεξιά προς ένα μέρος που οι ντόπιοι αποκαλούν “η κοιλάδα των ιερών πηγών”, το Manzhyly-Ata. Ένα μονοπάτι σε οδηγεί μέσα από ένα ξερό ποτάμι, όπου καταφέρνω να οδηγήσω το αμάξι μέχρι ένα σημείο χωρίς να κολλήσει στην άμμο.

Πηγές και πηγάδια είναι διάσπαρτες τριγύρω. Λέγεται πως οι άνθρωποι έρχονται εδώ για να προσευχηθούν και να ζητήσουν θεραπεία. Ορισμένες πηγές είναι αφιερωμένες σε συγκεκριμένα όργανα του σώματος, νεφρά, μάτια, καρδιά, ενώ άλλες συνδέονται με πνευματική κάθαρση. Αφορά μια πίστη ανεξάρτητη από τη θρησκεία, συνδεδεμένη με τη γη και τη φύση.

Συνεχίζω προς Karakol, με το τοπίο να γίνεται πιο δραματικό. 

Skazka Fairytale canyon 

Το φαράγγι Skazka Canyon είναι ένα ιδιαίτερο γεωλογικό πεδίο, με κόκκινους λόφους και βράχια που μοιάζουν με γλυπτά, σαν να τα σκάλισε η φύση σε μορφές που εξιτάρουν τη φαντασία. Αξίζει σίγουρα μια πεζοπορία εδώ, μέσα στα στενά του φαραγγιού και τα υψώματα που δημιουργούν τα βράχια αποκαλύπτοντας την επιβλητική θέα της περιοχής. Το μέρος είναι αρκετά πολυσύχναστο, έτυχε να δω τους περισσότερους τουρίστες σε όλη τη χώρα. Ένα παρόμοιο τοπίο βρίσκεται παρακάτω στη διαδρομή, το Jeti-Ögüz.

Η γύρω περιοχή είναι γνωστή για τους αετοκυνηγούς, τους τελευταίους που εκπαιδεύουν αετούς για τον παραδοσιακό τρόπο κυνηγιού. Έτυχε να δω από κάποια απόσταση μια ομάδα που έκανε μια τέτοια επίδειξη. Ένας ιππέας μετέφερε τον αετό στην κορυφή ενός υψώματος, εκείνος εντόπιζε το θήραμα στην κοιλάδα και έκανε εφόρμηση. Δε διέκρινα αν το θήραμα ήταν ζωντανό πριν την επίθεση ή επρόκειτο απλά για τη γούνα ενός ζώου.

Ο Barskoon Waterfall αποτελεί μια σειρά από μικρούς και μεγάλους καταρράκτες, που κυλούν από τις πλαγιές του Terskey Alatau. Έκανα κι εδώ μια μικρή αλλά ανηφορική πεζοπορία μέσα σε ένα ελατοδάσος και να φτάσω μέχρι το σημείο θέασης του καταρράκτη, ενώ ο καιρός έγινε χειμωνιάτικος με ψιλόβροχο.

Λίγο πριν το Karakol, η λίμνη φαίνεται μεγάλη, σαν θάλασσα. Ελάχιστα χωριά είναι τριγύρω, εντείνοντας την αίσθηση ηρεμίας και απομόνωσης.


Karakol

Φτάνοντας στο Karakol η πόλη ξεδιπλώνεται μπροστά μου χωρίς εντυπωσιασμούς, η μεγάλη διαδρομή μέχρι εδώ δε με αποζημιώνει. Η αλήθεια είναι ότι περίμενα κάτι πιο παραδοσιακό σε αυτή την εσχατιά της Κεντρικής Ασίας, όμως η πόλη παρά τα χαμηλά σπίτια της, είναι σχετικά σύγχρονη. H Κίνα απέχει 150-200 χιλιόμετρα από εδώ.

Το Karakol δεν έχει κάτι “τουριστικό” με την κλασική έννοια. Παραμένουν λίγα παλιά ρωσικά σπίτια με τα χρωματιστά παράθυρα και βουνά περιτριγυρίζουν την πόλη.

Τα αξιοθέατα είναι ελάχιστα. Το τζαμί Dungan είναι μια ξύλινη κατασκευή ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής, σε μπλε και πράσινες αποχρώσεις. Οι Dungan, Κινέζοι μουσουλμάνοι που κατέφυγαν στο Κιργιστάν τον 19ο αιώνα, έφεραν εδώ την αρχιτεκτονική αυτή. Λίγα στενά πιο πέρα βρίσκεται, η ρωσική ορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Τριάδος, φτιαγμένη ολόκληρη από ξύλο, με έναν μικρό χρυσό τρούλο. 

Σκέφτομαι ότι δεν προτιμώ να διαμένω μέσα στην πόλη αλλά να συνεχίσω προς τα βουνά, αναζητώντας εκεί μια πιο φυσιολατρική διαμονή.

Μια επιλογή είναι το Altyn Arashan, που βλέπω στο χάρτη ότι υπάρχουν 1-2 καταλύματα. Η διαδρομή όμως προς τα εκεί διαβάζω πως δεν είναι απλή, δεν είναι κοντά, ο δρόμος είναι κακός και ήδη πέφτει το σκοτάδι. Ο προορισμός προσφέρεται για πεζοπορία και ιππασία μέχρι τις ορεινές θερμές πηγές, διάρκειας δύο ημερών. Δεν έχω αυτή την άνεση χρόνου, ούτε έχω διάθεση πεζοπορίας μόνος μου αυτές τις μέρες που προμηνύονται βροχερές.

Αναζητώ άλλη επιλογή και αποφασίζω να κατευθυνθώ προς το βουνό με το χιονοδρομικό κέντρο που βρίσκεται πάνω από την πόλη. Ως τουριστικός προορισμός, ελπίζω να διαθέτει αρκετά καταλύματα. Μετά από αρκετή χωμάτινη ανάβαση, διαπιστώνω ότι τους θερινούς μήνες το μέρος είναι έρημο. Κάποια πανδοχεία μόνα τους στην ερημιά, δείχνουν κλειστά. Χτυπάω τις πόρτες σε μερικά από αυτά και τελικά με υποδέχεται μια οικογένεια. Δεν υπάρχουν εστιατόρια πάνω σου βουνό και με ενδιαφέρει να βρω κάτι να φάω. Ευτυχώς μου μαγειρεύουν κάτι απλό.

Το επόμενο πρωί τριγυρίζω άσκοπα στην περιοχή του Karakol, στα γύρω βουνά και στην πόλη. Kάποιοι ντόπιοι σε μια γιούρτα, με αίσθημα φιλοξενίας με κερνούν γάλα αλόγου. Είναι το εθνικό ποτό της χώρας, αλλά παρ’ όλο που πίνω συχνά γάλα, αυτό το ξινό είδος με δυσκολεύει. Επιστρέφοντας κάποια στιγμή από τον ίδιο δρόμο, ανταποδίδω τη φιλοξενία της οικογένειας προσφέροντας μεταφορά μέχρι την πόλη στο νεαρό ζευγάρι με το μωρό τους. Η διαμονή στο βουνό ήταν τελικά απολαυστική.

Επιστρέφω στην κεντρική πλατεία του Karakol και σταματάω σε ένα μοντέρνο cafe για να πιω κάτι. Εκεί γνωρίζω μια νεαρή ιταλίδα που ταξιδεύει στις χώρες αυτές με λεωφορία και οτοστόπ. Δεν έχει κανένα πλάνο ταξιδιού ή χρονικό πλαίσιο, πράγμα που το ζηλεύω. Όμως τις κακουχίες και την ταλαιπωρία που πέρασε το προηγούμενο διάστημα -ειδικά στα σύνορα με το Τατζικιστάν που εγλωβίστηκε για δύο μέρες λόγω ελλειπούς σχεδιασμού και γνώσης, δεν τη ζηλεύω καθόλου. Προσφέρομαι να τη μεταφέρω μέχρι τις παρυφές των βουνών για να γνωρίσει την τοπική ζωή, όμως εγώ πρέπει να συνεχίσω τη διαδρομή μου γιατί η ώρα είναι περασμένη. 

Χωρίς να έχω συγκεκριμένο πρόγραμμα, ξεκινώ προχωρημένη ώρα για να πάω όπου με βγάλει, ελπίζοντας να μη διαμείνω σε ξενοδοχείο κάποιας πόλης αλλά σε μια γιούρτα κάπου στη φύση. 

Οδηγώ όλη μέρα, διασχίζοντας αυτή τη φορά τη βόρεια διαδρομή της λίμνης Isyyk Kul που είναι πιο κατοικημένη, με καλύτερο δρόμο, αλλα δε βρίσκω κανένα σημείο που να με ενθουσιάζει. Κάποιες φορές κάνω στάσεις γιατί νυστάζω, σε κάποιο σημείο αναγκάζομαι να πιω πάλι καφέ, δε με ευχαριστεί καθόλου η γεύση του.

Το Cholpon-Ata είναι μια παραθεριστική πόλη στη βόρεια όχθη της λίμνης.

Διαθέτει πολλά μεγάλα και μικρά σανατόρια, ξενοδοχεία και ξενώνες για να φιλοξενήσει τους πολλούς επισκέπτες που καταφθάνουν στη λίμνη το καλοκαίρι. Κατά τη σοβιετική εποχή, την επισκέπτονταν πολύ παραθεριστές που έρχονταν εδώ σε οργανωμένες μαζικές εκδρομές από άλλα μέρη της ΕΣΣΔ. Οι παραθεριστές πλέον προέρχονται κυρίως από το Κιργιστάν, το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν και τη Ρωσία, με ορισμένους τουρίστες από άλλες χώρες. Η κυκλοφοριακή κίνηση και η κοσμοσυρροή είναι ασύγκριτη με οποιοδήποτε άλλο μέρος της χώρας, την προσπερνάω χωρίς δεύτερη σκέψη.

Ψάχνω στο χάρτη να βρω κάποιο παραδοσιακό σημείο για να κοιμηθώ σε παραδοσιακή γιούρτα. Όμως τα campsites που έχω επισημάνει, όπως στη μικρή λίμνη Orto Tokoy, απλά δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα.


Song Kul

Απολαμβάνω έναν υπέροχο ουρανό στα χρώματα της δύσης και αποφασίζω να πάρω το δρόμο για τη λίμνη Song Kul που θεωρείται ενδιαφέρουσα και λιγότερο τουριστική. Δεν έχω ιδέα για τις συνθήκες που θα συναντήσω, ο δρόμος εξελίσσεται σε έναν αρκετά δύσκολο χωματόδρομο. Έχει πέσει ή νύχτα πλέον, ο δρόμος είναι ερημικός, δεν υπάρχει ίχνος ανθρώπινης παρουσίας. Εύχομαι να τα βγάλει πέρα το όχημα σε αυτό τον κακοτράχαλο δρόμο που είναι γεμάτος πέτρες και λακκούβες, φτάνει στα 3500μ υψόμετρο και στις άκρες του διατηρείται χιόνι ακόμα και αυτή την εποχή. Ακολουθεί κατάβαση σε οροπέδιο στα 3000μ, μέσα στη νύχτα ακολουθώ στο χάρτη έναν απ’ τους δρόμους που προσεγγίζουν τη λίμνη.

Η ώρα είναι πλέον 11μμ και οι ελπίδες να βρω κάπου να κοιμηθώ εδώ στο κατασκόταδο, εξανεμίζονται. Η σκέψη μου να κοιμηθώ μέσα στο αμάξι μάλλον δεν είναι βιώσιμη γιατί η υγρασία κάνει το κρύο δριμύ και διαπεραστικό, υπνόσακο δεν έχω. Τελικά βλέπω αμυδρό φως κάπου και σταματάω. Δύο άντρες που δε μιλούν αγγλικά βγαίνουν από μια γιούρτα, αλλά μου κάνουν νόημα να φύγω. Μόλις ξεκινώ το αυτοκίνητο όμως μου φωνάζουν: “mister, mister”. Δε μιλούν αγγλικά αλλά ανακαλύπτω ότι είναι ένοικοι και μου προσφέρουν διαμονή στη γιούρτα που μένουν. Έχει όμως μόνο δύο κρεβάτια και αρνούμαι να κοιμηθώ στο πάτωμα. Τελικά ο ένας μου προσφέρει το ένα κρεβάτι και δέχεται να κοιμηθεί εκείνος στο πάτωμα. Η σπιτονοικοκυρά είναι μια τροφαντή κυρία με ροδαλά μάγουλα. Ευτυχώς έχει αρκετό φαγητό, έναν τραχανά (μπλιάχ), κρέας παστό σε σούπα, βούτυρο, γλυκό βύσσινο το οποίο αλοίφω στο ζυμωτό ψωμί-πίτα. Η τουαλέτα είναι ένα παράπηγμα από λαμαρίνες αρκετά μέτρα παραπέρα, αλλά δε μπαίνω στον κόπο να το επισκεφθώ, η φύση μου αρκεί. 

Το κρεβάτι έχει 5 χοντρές κουβέρτες στρωμένες τη μια πάνω απ την άλλη, κοιμάμαι με τα ρούχα και πάλι κρυώνω.

Το πρωί ξυπνώ για να εξερευνήσω τη γύρω περιοχή της λίμνης και να δεχτώ τη φιλοξενία οικογενειών, που με κερνούν ξινόγαλα φοράδας και βότκα. Το kumis αρχίζω να το συνηθίζω, φυσικά όμως προτιμώ για πρωινό τη βότκα που επίσης με κερνούν. Παρά το γλωσσικό χάσμα περνάμε πολύ ωραία και πηγαίνουμε μαζί για το άρμεγμα των αλόγων.

Γύρω από τη λίμνη που είναι το πιο ενδιαφέρον σημείο της περιήγησης μου, ζουν οι νομάδες των καλοκαιρινών μηνών. Φέρνουν τα κοπάδια τους, στήνουν τις γιούρτες τους, μεγαλώνουν τα παιδιά τους δίπλα στη λίμνη, κι όταν έρθει το φθινόπωρο, τα μαζεύουν όλα και φεύγουν. Επίσης έρχονται συγγενείς τους για να παραθερίσουν στο υγιεινό αυτό κλίμα.

Οι διαδρομές νότια της λίμνης προμηνύονται ενδιαφέρουσες, όμως απαιτούνται πολλές ημέρες σε κάκιστους δρόμους που απαιτούν ειδικά οχήματα 4×4 ή πολυήμερες πεζοπορίες, οπότε αποφασίζω να παραμείνω μέχρι εκεί.


Μετά τις περιηγήσεις στη Song Kul παίρνω το δρόμο πίσω για το Bishkek, εξερευνώντας τις ενδιάμεσες περιοχές της διαδρομής.

Η επιστροφή από τον κεντρικό δρόμο εισόδου στην πρωτεύουσα μου επιφυλάσσει ένα κυκλοφοριακό χάος και μια επιθετική οδήγηση από τους ντόπιους. Μέσα στην πόλη, επιλέγω να σταθμεύω το αμάξι σε διαφορετικά σημεία και να αποκαλύπτω περισσότερες γωνιές της με τα πόδια, να κάνω απολαυστικές βόλτες στα πάρκα και τις γειτονιές της, να απολαύσω εξαιρετικό φαγητό αλλά και περισσότερες φυσιολατρικές περιπέτειες. Καθώς δε μπορώ να κάτσω για πολύ στάσιμος σε έναν τόπο, αποφασίζω να εξερευνήσω τα κοντινά βουνά. Έχω ήδη κάνει πλύσιμο του αυτοκινήτου για να αποφύγω τη χρέωση κατά την επιστροφή, αλλά δεν ήταν καλή ιδέα γιατί τελικά θα το γεμίσω και πάλι με σκόνη.

Μόλις 40 λεπτά έξω από τη Bishkek, ο δρόμος αρχίζει να ανεβαίνει, και μαζί του, αλλάζει το τοπίο ραγδαία. Το Ala Archa είναι εθνικό πάρκο αλλά η διαδρομή που επέλεξα δεν είναι η κεντρική πορεία αλλά ένα πραγματικό off road σε άγνωστο δρόμο, με νεροφαγώματα, ορεινά λιβάδια με άλογα (ως συνήθως), και ποτάμια. Σε κάποια σημεία ανησυχώ για το αν ο δρόμος είναι προσβάσιμος για αυτοκίνητο. Διασταυρώνομαι με μερικούς μοτοσυκλετιστές με enduro και με καθυσηχάζουν ότι ο δρόμος είναι βατός. Δεν ισχύει τελικά και καθώς είμαι μόνος μου, αναγκάζομαι συχνά να κατεβαίνω από το αυτοκίνητο και να ελέγχω τα σημεία που πρέπει να πατήσουν οι τροχοί για να μην ανατραπεί στα βαθιά χαντάκια που έχουν δημιουργήσει οι χείμαροι την εποχή του χειμώνα. Τελικά το όχημα αποδεικνύεται ιδιαίτερα ικανό και σε αυτές τις συνθήκες. Με ανακούφιση επιστρέφω στον πολιτισμό και επισκέπτομια και πάλι ένα πλυντήριο αυτοκινήτων που οι πακιστανοί υπάλληλοι το επαναφέρουν στη λαμπερή του κατάσταση.

Τη μέρα τη παράδοσης, ο ιδιοκτήτης ελέγχει σχολαστικά το κάτω μέρος και ευτυχώς δε διαπιστώνει κάποια ζημιά. Μιας και δεν έχω πολλά ακόμα να κάνω στο Bishkek, επισκέπτομαι για 4η φορά το Osh Bazaar. Το ταξίδι τελειώνει με την πτήση της επιστροφής μέσω μιας μέρας στο Αμπού Ντάμπι που την εποχή αυτή η ζέστη είναι λιποθυμική, με θερμοκρασία 43 βαθμούς και αφόρηρητη υγρασία.


Το Κιργιστάν με αποχαιρέτησε με συμπαθείς αλλά όχι συγκλονιστικές εμπειρίες. Δε μου επιφύλαξε τις εντυπώσεις που έχουν άλλοι τόποι, δεν μου χάρισε δραματικά τοπία, τουλάχιστον αυτή την εποχή του κατακαλόκαιρου. Δε θα έλεγα ότι γνώρισα σε βάθος τη χώρα, ούτε τους ανθρώπους της, αν και νιώθω ότι δεν έχει πολλά κρυμμένα μυστικά. Όμως συνάντησα πρόσωπα φιλικά, γλυκά, και φιλόξενα.

Ό,τι είδα, ό,τι έζησα σε αυτό το μοναχικό ταξίδι, ήταν μια εσωτερική αναζήτησή που τελικά εκτιμώ ως πολύτιμη. Ίσως και αυτό να είναι κάτι σημαντικό που μπορεί να σου αφήσει ένας τόπος, ένα ταξίδι.

©Αλέξανδρος Τσούτης



Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *