Λάος

Φωτογραφίες


Λάος


🇱🇦

Η Λαϊκή Δημοκρατία του Λάος βρίσκεται στη Νοτιοανατολική Ασία. Το περίκλειστο αυτό κράτος μπορεί να στερείται κάποιες από τις χάρες των γειτόνων του, όπως τα νησιά της Ταϊλάνδης, τα μαγευτικά τοπία του Βιετνάμ, το μυστικισμό της Βιρμανίας, τα μνημεία της Καμπότζης, όμως έχει μια δική του, ξεχωριστή ομορφιά. Πρώην αποικία της γαλλικής Ινδοκίνας, ανακηρύχτηκε αυτόνομο κράτος το 1954 και μετά από έναν μακρύ εμφύλιο πόλεμο και τη λήξη της μοναρχίας, κυβερνάται από μια μονοκομματική στρατοκρατούμενη σοσιαλιστική δημοκρατία.
Οι περισσότεροι επισκέπτες στο Λάος συγκεντρώνονται στις δύο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας. Την πρωτεύουσα Vientiane και κυρίως τη Luang Prabang με τη χαλαρή ατμόσφαιρα, το πλήθος βουδιστικών μοναστηριών και το μεγάλο ποταμό Mekong που ρέει κατά μήκος της χώρας και αποτελεί σημαντική μεταφορική οδό, και ενώ το οδικό δίκτυο της χώρας βρίσκεται σε εγκατάλειψη. Όμως το Laos επιφυλάσσει κι άλλα μυστικά πέρα από τα δημοφιλή τουριστικά και καλεί τις σωματικές σου αντοχές για να τα ανακαλύψεις.


Άνθρωποι

Στον απομονωμένο βορρά της χώρας ζουν πολλές ορεσίβιες φυλές, που μετακινήθηκαν πριν δύο αιώνες από τα υψίπεδα του Θιβέτ, διατηρώντας τη δική τους γλώσσα, θρησκεία, ενδυμασίες και τρόπο ζωής. Για να βρούμε τα χωριά της φυλής Akha, να μείνουμε στα σπίτια τους, να φάμε και να πιούμε μαζί τους χρειάστηκε να κάνουμε μια τριήμερη πεζοπορία σχεδόν μαζοχιστική, με ανέσεις μηδαμινές σε χωριά που δεν έχουν ηλεκτρικό ρεύμα, τρεχούμενο νερό και τουαλέτα, κουβαλώντας το βάρος φωτογραφικών μηχανών, υπνόσακων, νερού κλπ. Η φιλοξενία των Akha είναι υποδειγματική και τιμούν τον επισκέπτη με ότι μπορούν να προσφέρουν από την άνοστη κουζίνα τους, ενώ το τσάι και το τοπικό ουίσκι από ρύζι ρέει άφθονο. Οι γυναίκες Akha είναι οι ηρωίδες του τόπου αυτού. Οι γυναίκες αυτές κάνουν τις πιο σκληρές δουλειές στα χωράφια, στις καλλιέργειες οπίου που εξακολουθεί να είναι η κύρια πηγή της επιβίωσής τους μιας και οι κρατικές απαγορεύσεις δε φτάνουν μέχρι εδώ. Μαγειρεύουν, μεγαλώνουν τα παιδιά, υφαίνουν και βάφουν τις όμορφες ενδυμασίες τους. Και περιμένουν υπομονετικά τους άνδρες και τους καλεσμένους τους, να τελειώσουν το δείπνο τους και μετά να φάνε κι αυτές ξεχωριστά, στη γωνιά της καλύβας που τους αναλογεί.


Τόποι

Luang Namtha

Μια πόλη χωρίς πολλά αξιοθέατα που αποτελεί σημείο εκκίνησης για μερικές μάλλον “τουριστικές” εξορμήσεις σε χωρια παραδοσιακών φυλών.

Phongsali

Το Phongsali είναι η βορειότερη πόλη του Λάος, με έντονη κινεζική επιρροή και αποτελεί το προπύργιο για τις απομακρυσμένες αυτές φυλές. Το να φτάσει κανείς εδώ χρειάζεται μεγάλη υπομονή και ατέλειωτες ώρες, μέρες σε τοπικά λεωφορεία. Ακόμα πιο δύσκολο το να πείσεις κάποιον με όχημα 4Χ4 για να σε πάει από σύντομη χωμάτινη διαδρομή που δεν ακολουθούν ούτε οι ντόπιοι (οι οποίοι μπορούν να κόβουν δρόμο διασχίζοντας τα σύνορα με την Κίνα). Έτσι λοιπόν από τη βόρεια πόλη της Luang Namtha, βρεθήκαμε στο ακριτικό Phongsali για την αρχή μιας εξοντωτικής τριήμερης πεζοπορίας σε λασπώδη ανηφορικά μονοπάτια, μέσα από ποτάμια, περιτριγυρισμένοι από την πυκνή και γεμάτη βδέλλες βλάστηση του βόρειου Λάος.

Luang Prabang

Μια πόλη-στολίδι πάνω στον ποταμό Mekong, χαρακτηρίζεται από την αποικιοκρατική της αρχιτεκτονική και το πλήθος βουδιστικών ναών. Από τις πιο γοητευτικές πόλεις της νοτιοανατολικής Ασίας, φιλοξενεί πλήθος τουριστών στη χαλαρή της ατμόσφαιρα.

Vang Vieng

Οι εντυπωσιακοί βράχοι που περιτριγυρίζουν τη μικρή πόλη και τα πολλά river activities που προσφέρονται, αποτέλεσαν πόλο έλξης για πλήθη νεαρών τουριστών που επιδίδονταν σε καταχρήσεις ουσιών. Πολλά από τα παραποτάμια clubs έχουν πλέον κλείσει και η πόλη βρίσκεται σε μια πιο ήσυχη παρακμή.

Vientiane

Η πρωτεύουσα της χώρας, μια ανάσα από τα σύνορα με την Ταϊλάνδη, διατηρεί ζωντανό το παραδοσιακό και αποικιοκρατικό στοιχείο με πολλά αξιοθέατα για τον επισκέπτη.



Όπου το όπιο ανθεί…

Δεκέμβριος  2015

Περισσότερα...

Από το Chiang Rai της Ταϊλάνδης κατευθυνόμαστε με τους συνταξιδιώτες μου προς την 4η “Γέφυρα φιλίας” που οδηγεί στη Λαϊκή Δημοκρατία του Λάος, συνδέοντας τις όχθες του περίφημου ποταμού Mekong που αποτελεί το φυσικό σύνορο των δύο χωρών. Μετά την έκδοση της βίζας και την είσοδό μας, καταφέρνουμε να βρούμε μεταφορικό μέσο (tuk-tuk) μόνο μέχρι τη μικρή συνοριακή πόλη Huay Xai. Οι περισσότεροι επισκέπτες έχουν το σημείο αυτό ως αφετηρία για μια 2ήμερη κρουαζιέρα με αργό πλοιάριο ως τη Luang Prabang, ή εναλλακτικά με ταχύπλοη βάρκα σε μόλις έξι ώρες αλλά με κίνδυνο πνιγμού, ακρωτηριασμού, κώφωσης ή και όλων των παραπάνω. Εμείς όμως έχουμε άλλη κατεύθυνση και αναμένουμε λεωφορείο για να φτάσουμε τελικά εντός της ημέρας στη Luang Namptha. Η σχετικά αδιάφορη μικρή πόλη με τις κινεζικές επιρροές, έχει αρκετή επισκεψιμότητα και τα διαθέσιμα δωμάτια είναι λιγοστά. Το ενδιαφέρον αναπτύσσεται στην ευρύτερη γύρω περιοχή όπου μπορεί κανείς να περιηγηθεί παίρνοντας μια γεύση από τον τρόπο ζωής των Λαοτιανών, αλλά και να συμμετάσχει σε δραστηριότητες όπως zip-lining, επισκέψεις σε τοπικές φυλές, διαμονή σε δεντρόσπιτα κλπ. Καθώς οι οργανωμένες εκδρομές δεν είναι στην προτίμηση μας, νοικιάζουμε σκουτεράκια με σκοπό να εξερευνήσουμε μόνοι μας τα μυστικά της πανέμορφης ορεινής περιοχής. Οι διαδρομές είναι πράγματι εντυπωσιακές και ο τρόπος μετακίνησης ο βέλτιστος για την επαφή με τον τοπικό πληθυσμό, στους μικρούς οικισμούς που συναντάμε. Τα νεφελώδη βουνά αποκαλύπτουν δάση, ορυζώνες και ποτάμια με ετοιμόρροπες κρεμαστές γέφυρες. Ο δρόμος συχνά σταματά και τον διαδέχονται πεζοπορικά μονοπάτια που οδηγούν στα χωριά. Τα παιδιά, ασυνήθιστα προς τον επισκέπτη, δείχνουν την περιέργειά τους ακολουθώντας μας παντού και συμμετέχουν στο παιχνίδι, τις φωτογραφίες και τα πειράγματά μας. Σε ένα από τα χωριά είναι στημένο κάποιο μικρό πανηγύρι, που πιθανόν να εκτυλίσσεται περισσότερο το βράδυ. Σε μικρό ποσοστό, γυναίκες των τοπικών φυλών διατηρούν ακόμα την παραδοσιακή τους ενδυμασία, στην καθημερινότητα και τις οικιακές ή αγροτικές τους εργασίες. Φτάνουμε μέχρι την πόλη Muang Sing αλλά αποφασίζουμε να επιστρέψουμε ώστε να μην οδηγήσουμε νύχτα όλη τη διαδρομή, ειδικά με αυτά τα μη αξιόπιστα οχήματα. Την επιλογή αυτή ενίσχυσε και μια μικρή φάρσα των παιδιών ενός χωριού, που έκαναν μια “δολιοφθορά” αποσυνδέοντας κρυφά το μπουζί στο σταθμευμένο μας μηχανάκι.

Στη νυχτερινή αγορά της Luang Namptha απολαμβάνουμε τοπικά εδέσματα και βέβαια δεν παραλείπω μερικά έρποντα και ιπτάμενα όντα του βασιλείου των εντόμων. Οι υπόλοιποι της παρέας δεν ακολουθούν τη γαστρονομική μου επιλογή. Το ίδιο και κάποιες ηλικιωμένες κυρίες μας πλησιάζουν ζητώντας τα υπολείμματα του κοτόπουλου στο τραπέζι μας, όμως αρνούνται τα έντομα!

Η παραμονή μας στη Luang Namptha δε θα διαρκέσει πολύ, μιας και αναζητάμε κάτι πιο αυθεντικό. Δεδομένου του περιορισμένου χρόνου, ψάχνουμε να βρούμε τον συντομότερο δρόμο προς το στόχο μας, που είναι βορειότερη περιοχή της χώρας με κέντρο την πόλη Phongsaly. Όλα τα ταξιδιωτικά βιβλία και οι online πληροφορίες παρουσίαζαν απογοητευτικά μακρά και επίπονη τη διαδρομή μέχρι εκεί. Ο μοναδικός τρόπος που ανέφεραν ήταν να πάρουμε λεωφορείο μέχρι το Udomxai, να διανυκτερεύσουμε εκεί και στη συνέχεια να πάρουμε άλλο λεωφορείο -το οποίο περιγράφονταν ως “ένα τέρας από συγκολλημένα μέταλλα”- και να διασχίσουμε το χειρότερο δρόμο στο Λάος, που συχνότατα κλείνει από κατολισθήσεις. Οι ντόπιοι έχουν την επιλογή πιο σύντομης διαδρομής που όμως περνάει μέσα από την Κίνα και δε μπορούμε να την διασχίσουμε εμείς. Η αναζήτησή μου στο χάρτη επισημαίνει έναν επίσης σύντομο δρόμο, παράλληλο με τα σύνορα της Κίνας. Όποιον όμως και αν ρωτάμε, είτε τον αγνοεί, είτε τον θεωρεί αδιαπέραστο λόγω έλλειψης συντήρησης. Τελικά καταφέρνουμε να πείσουμε έναν κάτοχο οχήματος pick-up να τολμήσει την άγνωστη διαδρομή, με σχετικά τσουχτερό αντίτιμο. Πράγματι ο δρόμος είναι κακός, γεμάτος λάσπη, νεροφαγώματα και ετοιμόρροπες ξύλινες γέφυρες αμφίβολης αντοχής για το βάρος του αυτοκινήτου. Σε κάποιο σημείο ένα φορτηγό έχει βυθιστεί στη βαθιά λάσπη και μερικώς ανατραπεί κλείνοντας τη διέλευση. Το ικανό μας όχημα και ο οδηγός καταφέρνει να υπερβεί το εμπόδιο. Στις στάσεις που κάνουμε συναντάμε ήσυχα απομονωμένα χωριά, ενός τόπου που μοιάζει να λειτουργεί χωρίς να χρειάζεται τα αγαθά του εκσυγχρονισμού.

Ο χάρτης της περιοχής, καθώς και οι ταξιδιωτικοί οδηγοί, είναι γεμάτοι λάθη, όμως το σίγουρο είναι ότι στη διασταύρωση της Boun Neua, αν πάει κανείς αριστερά θα βρεθεί στην Κίνα, ενώ αν πάει δεξιά, μετά από αμέτρητες στροφές σε βατό λασπωμένο χωματόδρομο, θα βρεθεί επιτέλους στο Phongsaly. Τα χαρακτηριστικά της πόλης βέβαια σε κάνουν να αναρωτιέσαι για το αν πήρες τελικά τη σωστή διαδρομή ή βρέθηκες τελικά κατά λάθος και παρανόμως στην Κίνα! Στους δρόμους της μικρής πόλης φιγουράρουν πορτρέτα του Mao, τα κινέζικα είναι η κύρια διάλεκτος και στα ελάχιστα εστιατόρια το μενού περιλαμβάνει από το τίποτα μέχρι κάποια ακαταλαβίστικα πιάτα. Αυτό που σίγουρα αναγνωρίζω είναι ένα μπολ με σκουλήκια σε περίοπτη θέση της βιτρίνας του ψυγείου. Η διαμονή είναι αναμενόμενα άβολη σε αυτό το μέρος.

Ευτυχώς όμως καταφέρνουμε να βρούμε το “Κέντρο Τουρισμού” της πόλης που δεν είχε απαντήσει σε κανένα email μας. Ουσιαστικά δεν είναι κάτι παραπάνω από μια αποθήκη γεμάτη σακιά με ρύζι και δυο άτομα που θα γίνουν οι οδηγοί μας. Επιλέγουμε την πιο απομακρυσμένη, 3ήμερη πεζοπορική διαδρομή για τα μειονοτικά χωριά.  

Ξεκινάμε με μικρό δημόσιο λεωφορείο ηλικίας άνω των 80 ετών πάνω από τα νεφελώδη πέπλα των ορεινών όγκων, και στη συνέχεια “βουτάμε” μέσα σε αυτά μέχρι να συναντήσουμε τον ποταμό Nam Ou και ένα υδροηλεκτρικό φράγμα που διακόπτει τη ροή του. Από εκεί με μηχανοκίνητη βάρκα, σε ένα περιβάλλον απαράμιλλης ομορφιάς, κατευθυνόμαστε μέχρι την αρχή ενός μονοπατιού. Εδώ ξεκινά και η εξουθενωτική αλλά πανέμορφη πεζοπορία των επόμενων τριών ημερών.

Η βαθιά λάσπη των ανηφορικών μονοπατιών κάνει την ανάβαση ιδιαίτερα κουραστική, οι πολλές διασχίσεις ποταμών και το βάρος που μεταφέρουμε επιδεινώνουν τις συνθήκες. Επιπλέον, στα δάση των μπαμπού αφθονούν οι βδέλλες που προσκολλώνται στα ρούχα και βρίσκουν το δρόμο προς τις φλέβες, συνήθως στην περιοχή των αστραγάλων όπου απομυζούν το αίμα ακόμα και πάνω από τις κάλτσες. Η αφαίρεσή τους πρέπει να γίνει με προσοχή ώστε να μην παραμείνουν τα δόντια τους στην πληγή προκαλώντας μόλυνση, αλλά δεν είναι πάντα εφικτό αυτό, ενώ η αιμορραγία είναι αναπόφευκτη μιας και το σάλιο τους περιέχει αντιπηκτικό. Φτάνοντας επί τέλους στα πρώτα χωριά της φυλής Akha, το διαθέσιμο πόσιμο νερό που μπορούσαμε να μεταφέρουμε, το έχουμε ήδη καταναλώσει μέσα στη ζέστη, την υγρασία και την κόπωση της διαδρομής. Δε ρισκάρουμε να πιούμε από τα τρεχούμενα νερά των χωριών, τη στιγμή μάλιστα που ο ένας εκ των οδηγών υποφέρει από βαριά γαστρεντερίτιδα και τελικά εγκαταλείπει την πορεία. Τις υπόλοιπες μέρες λοιπόν θα ξεδιψάμε με τσάι το οποίο βέβαια αφθονεί στην περιοχή, ή έστω με βραστό νερό. Η βασική καλλιέργεια της περιοχής είναι το όπιο. Παρ’ όλο που η καλλιέργειά του δεν επιτρέπεται, τα σημεία αυτά είναι τόσο απομονωμένα και χωρίς οδικό δίκτυο, που η κυβέρνηση αδυνατεί να τα ελέγξει. Πληροφορούμαστε ότι τα μειονοτικά αυτά χωριά έχει 7-8 χρόνια να τα επισκεφθεί “δυτικός”, ενώ ο τελευταίος είχε παραμείνει για μήνες μαθαίνοντας την τοπική γλώσσα. 

Οι γυναίκες όλες είναι ντυμένες με καλαίσθητες παραδοσιακές ενδυμασίες, με κυρίαρχο χρώμα το μαύρο ή σκούρο μπλε του indigo, διακοσμημένες με χρωματιστά κεντήματα και φλουριά. Στο κεφάλι, εντυπωσιακά καπέλα με μεταλλικά σφαιρίδια και αλυσίδες, ασημένια βραχιόλια και άλλα αξεσουάρ συμπληρώνουν την αμφίεση των γυναικών Akha στις καθημερινές τους εργασίες. Οι γυναίκες της μειονοτικής φυλής είναι ντροπαλές, δύσπιστες στο φωτογραφικό φακό, ιδιαίτερα εκείνες στις καλλιέργειες της οπιούχας παπαρούνας με τα υπόλευκα άνθη.

Οι γυναίκες Akha είναι οι ηρωίδες του τόπου αυτού, κάνοντας τις πιο σκληρές δουλειές στα χωράφια, στις καλλιέργειες οπίου που εξακολουθεί να είναι η κύρια πηγή της επιβίωσής τους. Μαγειρεύουν, μεγαλώνουν τα παιδιά, φροντίζουν τα οικόσιτα ζώα, υφαίνουν στον αργαλειό και βάφουν τις όμορφες ενδυμασίες τους. Και παρά το επιφορτισμένο πρόγαμμά τους, περιμένουν υπομονετικά τους άνδρες και τους καλεσμένους τους, να τελειώσουν το δείπνο τους και μετά να φάνε κι αυτές ξεχωριστά, στη γωνιά της καλύβας που τους αναλογεί. 

Θα ξαποστάσουμε από τη μαζοχιστική πεζοπορία στα χωριά με τις μηδαμινές ανέσεις, χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, τρεχούμενο νερό και τουαλέτα. Η φιλοξενία των Akha είναι υποδειγματική και τιμούν τον επισκέπτη με ότι μπορούν να προσφέρουν από την άνοστη κουζίνα τους, ενώ το τσάι και το τοπικό ουίσκι από ρύζι ρέει άφθονο. Τα βράδια ζούμε στιγμές αλησμόνητες στο δωμάτιο-κουζίνα των γυναικών που ετοιμάζουν το δείπνο πάνω στα ξύλα και στο δωμάτιο με τον κύκλο των ανδρών που με βρόμικα χέρια τρώνε και σερβίρουν το κολλώδες ρύζι και τα άγνωστα σ’ εμάς λαχανικά και βολβούς. Οι άνδρες θα συνεχίσουν το ποτό και το κάπνισμα οπίου με πίπες μπαμπού, κάνοντας φασαρία μέχρι αργά και αναστατώνοντας τον ύπνο μας στην ήδη άβολη καλύβα. Κάποια στιγμή μάλιστα αρχίζουν να κάνουν εμετό στο χωμάτινο πάτωμα.

Παρά την δοκιμασία, δε θα άλλαζα με τίποτα την εμπειρία στα μειονοτικά χωριά του βορείου Λάος, κάποια εκ των οποίων είχε πάνω από έξι χρόνια να επισκεφτεί δυτικός. Ο χρόνος και ο κόπος που αφιερώθηκε στον τόπο αυτό, έδωσε νόημα σε όλο το ταξίδι στο Λάος που διαφορετικά θα χαρακτήριζα ως μια μετρίου ενδιαφέροντος χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας.

Την τρίτη μέρα, κατάκοποι κατηφορίζουμε πάλι τα λασπώδη μονοπάτια μέχρι να φτάσουμε πάλι στον ποταμό και να ακολουθήσουμε τη διαδρομή μέχρι πίσω στο Phongshaly, απ’ όπου θα προλάβουμε λεωφορείο για τη Luang Prabang, το οποίο σε αντίθεση με τις πληροφορίες ήταν ιδιαίτερα άνετο, με ανακλινόμενα καθίσματα. Η συσσωρευμένη κόπωση μας έριξε σε βαθύ ύπνο και η διαδρομή των περίπου 11 ωρών φάνηκε ανεπαίσθητη.  

Η Luang Prabang είναι η πρώην πρωτεύουσα του Λάος και σήμερα αποτελεί το σημαντικότερο πολιτισμικό κέντρο αναγνωρισμένο ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, χτισμένη στη σύζευξη των ποταμών Mekong και Nam Khan, με πληθώρα αξιοθέατων, παλατιών και βουδιστικών ναών. Η χαλαρή, εξωτική ατμόσφαιρα της πόλης και τα σημεία ενδιαφέροντος την κατατάσσουν στον πιο τουριστικό προορισμό της χώρας. Θα επιλέξουμε να νοικιάσουμε κι εδώ βεσπάκια για τη μετακίνησή μας στην πόλη αλλά και εκτός αυτής. Μεταξύ άλλων και σε διαφορετικά σημεία, βρίσκονται οι κλιμακωτοί καταρράκτες Quang Si και Tad Sae. Στους τελευταίους μπορεί κανείς να απολαύσει μια βόλτα με ελέφαντες μέσα στη ζούγκλα αλλά και την ακόμα πιο μοναδική εμπειρία του να κολυμπήσει μαζί τους. Να σημειώσουμε ότι επιλέγοντας τέτοιου είδους δραστηριότητες με άγρια ζώα θα πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψη η διασφάλιση της ομαλής διαβίωσής τους. Από προσωπική διαπίστωση και επιβεβαίωση διαφόρων πηγών, τα κέντρα αυτά φροντίζουν πράγματι για τη διατήρηση των ειδών αυτών σεβόμενα την ευζωία τους. Άλλη μια δραστηριότητα που θα σε κάνει να τσιρίξεις από ευτυχία, είναι το zip-lining μεταξύ των κορυφών των δέντρων του τροπικού δάσους.

Σε ότι αφορά τα όσα έχει να κάνει κανείς μέσα στην πόλη, η λίστα είναι μακρά. Μια αφύπνιση πριν το χάραμα θα σε φέρει ενώπιον μιας ακολουθίας εκατοντάδων μοναχών και μαθητευόμενων που ξυπόλυτοι, ντυμένοι με το χαρακτηριστικό πορτοκαλί ράσο, περιφέρονται στον κεντρικό δρόμο της πόλης σε ένα καθημερινό τελετουργικό, λαμβάνοντας προσφορές σε φαγητό και είδη πρώτης ανάγκης. Τους μαθητευόμενους θα συναντήσουμε και σε όλα τα μοναστήρια που είναι διάσπαρτα στην πόλη. Παιδιά μη ευκατάστατων οικογενειών, αποδέχονται για κάποια χρόνια της ζωής τους την ευεργεσία της βουδιστικής διδαχής που περιλαμβάνει στέγη, τροφή και εκπαίδευση. Παιδιά που έχουν όνειρα για ένα καλύτερο αύριο και είναι ιδιαίτερα επικοινωνιακά με τον επισκέπτη. Η τοπική αρχιτεκτονική με τις χρυσοποίκιλτες παγόδες και τα ακροκέραμα σε σχήμα δράκου ακολουθούν τα περισσότερα μοναστήρια όπως το Vat Xieng Toung, το ναό Vipassana, το βασιλικό παλάτι Haw Kham. Ανεβαίνοντας τα απότομα σκαλιά του mount Phou Si συναντάς ναούς, ιερές σπηλιές και στην κορυφή η περιμετρική θέα θα σε αποζημιώσει. Μια βαρκάδα στον Mekong την ώρα του δειλινού σίγουρα δε γίνεται να αγνοηθεί και είχαμε την τύχη να παραβρεθούμε σε νυχτερινές προσευχές που τελούνταν σε κάποιον από τους ναούς. Το βράδυ η πόλη αποκτά έντονη κινητικότητα με τα street markets σε πλήρη λειτουργία, προσφέροντας αμέτρητες επιλογές σε φαγητό και αγορές. 

Το επόμενο λεωφορείο θα μας οδηγήσει στη Vang Vieng. Πρόκειται για έναν μικροσκοπικό οικισμό σε μια παραποτάμια τοποθεσία, ανάμεσα σε εντυπωσιακούς ασβεστολιθικούς γεωλογικούς σχηματισμούς. Πριν οπό μερικά χρόνια αποτελούσε σημαντικό πόλο έλξης των backpackers της Νοτιοανατολικής Ασίας που αναζητούσαν ποτό, άγνωστες ναρκωτικές ουσίες και πάρτι μέχρι τελικής πτώσης στα μπαράκια που ήκμαζαν κατά μήκος του ποταμού. Υπήρξαν όμως και πολλές κυριολεκτικές πτώσεις στα βράχια των ακτών, πνιγμοί και δεκάδες άλλα θανατηφόρα περιστατικά με τουρίστες, που είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό  των δραστηριοτήτων από την κυβέρνηση και το σφράγισμα πολλών επιχειρήσεων. Μόνο το 2011, 27 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Την εποχή που επισκεφτήκαμε τη Vang Vieng, λειτουργούσαν τουλάχιστον 5 bars με δυνατή μουσική και άφθονο αλκοόλ αγνώστου σύνθεσης. Η πιο χαρακτηριστική δραστηριότητα είναι το tubing, δηλαδή η κολύμβηση με σαμπρέλες και παράσυρση από το ρεύμα του ποταμιού. Παραλάβαμε λοιπόν τα “σωσίβια” και αφεθήκαμε ενθουσιωδώς στη ροή του Nam Song, θαυμάζοντας το απίθανο τοπίο και κάνοντας σύντομες στάσεις στα μπαράκια, μέχρι το τέλος της διαδρομής που διαρκεί 3-4 ώρες.

Η πρωτεύουσα Vientiane, χτισμένη επίσης στη βόρεια όχθη του Mekong που και σε αυτό το σημείο αποτελεί φυσικό σύνορο με την Ταϊλάνδη, είναι μια μικρή ήσυχη πόλη με μόλις 200.000 κατοίκους που δε θυμίζει καθόλου τις άλλες Ασιατικές μεγαλουπόλεις. Το ενδιαφέρον της περιορίζεται σε κάποια μνημεία όπως το κυβερνητικό παλάτι, την αψίδα θριάμβου Patuxai, και τη χρυσή βουδιστική στούπα Pha That Luang που αποτελεί και το εθνικό σύμβολο. Υπάρχουν ακόμα πολλοί μικρότεροι ναοί και είχαμε την τύχη και εδώ να παρακολουθήσουμε θρησκευτική ολονύκτια ακολουθία με πλήθος πιστών. Η πρωτοχρονιά του 2016 γιορτάστηκε φαντασμαγορικά με πολλά πυροτεχνήματα στην κεντρική πλατεία της πόλης και μικρά πάρτι διοργανώνοντας σε κάποια μαγαζιά, στην πόλη αυτή που στερείται νυχτερινής ζωής.

Θα αποχαιρετίσουμε το Λάος, περνώντας οδικώς στην Ταϊλάνδη μέχρι την πόλη Udon Thani απ’ όπου θα πετάξουμε στην Bangkok και από εκεί πίσω στην πατρίδα. Παρ’ όλο που ο χρόνος δεν επέτρεψε την περιήγηση του νοτίου τμήματος της χώρας, η εξερεύνηση των ακριτικών, απομονωμένων μειονοτικών χωριών του βορρά, έκανε το ταξίδι στη χώρα αυτή μια σπάνια εμπειρία. 

©Αλέξανδρος Τσούτης 2016

Share this Post



Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *